O Μίνωας,
σύμφωνα με τις αρχαιολογικές πηγές, αλλά και οι διάδοχοί του ήταν οι πρώτοι
προστάτες του ιερού δέντρου της ελιάς, το οποίο και εικάζεται ότι έπαιξε
καθοριστικό οικονομικό ρόλο κατά την ακμή της μινωικής κυριαρχίας. Σχετικά
με αυτό ο Πωλ Φωρ, Γάλλος μελετητής του Μινωικού πολιτισμού, γράφει πως «η
ελιά εξασφάλιζε την οικονομική κυριαρχία της Κρήτης στον αιγαιοπελαγίτικο
κόσμο». Η συστηματική καλλιέργεια της ελιάς συνέβαλε στην αλματώδη ανάπτυξη
του μινωικού πολιτισμού. Ολόκληρη δε κοινωνικοοικονομική, λατρευτική,
εθιμική αλλά και καλλιτεχνική πραγματικότητα δημιουργήθηκε γύρω από το ιερό
δέντρο.
Η Κρήτη έως και σήμερα συγκεντρώνει το ενδιαφέρον όλων εκείνων που
ασχολούνται με την καταγωγή και την εξέλιξη της ελιάς μέσα στον ελλαδικό και
μεσογειακό χώρο. Άλλωστε, η πληθώρα των γραπτών μαρτυριών, από τη Μινωική
ήδη περίοδο, και των αρχαιολογικών ευρημάτων, που βρέθηκαν στο νησί και τα
οποία σχετίζονται με τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό και τη διαδικασία εξαγωγής
και αποθήκευσης του λαδιού, των σκευών καθημερινής χρήσης όπου φυλάσσονταν
οι καρποί, των εικαστικών απεικονίσεων των ελαιόδεντρων κ.λπ., είναι τόσο
μεγάλη, ώστε δικαίως συντηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον των ειδικών επιστημών.
Αρχαιολογικά ευρήματα
Ο Walter Burkert γράφει: « Η οικονομική βάση για την πρόοδο κατά την
τρίτη χιλιετία ήταν η εντατική καλλιέργεια της ελιάς και της αμπέλου, που
μετέφερε το κέντρο βάρους από τις εύφορες πεδιάδες της βόρειας Ελλάδας στις
βουνοπλαγιές της νότιας και τα νησιά».
Αυτό το επιβεβαιώνουν και οι πληροφορίες που έχουμε από την Κρήτη της
τρίτης π.Χ. χιλιετίας όσο αφορά τη χρήση της βρώσιμης ελιάς και του
ελαιόλαδου.
Η ανασκαφική εργασία του αρχαιολόγου P. Warren, στο Μύρτο Ιεράπετρας,
παρέχει σημαντικές πληροφορίες για συστηματική καλλιέργεια ελαιοδέντρων στην
περιοχή κατά την πρώιμη εποχή του χαλκού ( Πρωτομινωική περίοδος, 2800-2100
π.Χ.).
Στην Κνωσό επίσης βρέθηκαν καρποί ελιάς της ίδιας περιόδου. Οι
πληροφορίες από τα μεταγενέστερα χρόνια είναι ακόμη πιο διαφωτιστικές. Στη
Μέση Εποχή του Χαλκού (Μεσομινωική Περίοδος, 2100- 1560 π.Χ.) η καλλιέργεια
της ελιάς φαίνεται να αποτελεί μια από τις βασικές ασχολίες των κατοίκων.
Στην ανασκαφή που έκαναν οι Γ. και Ε. Σακελλαράκη στο Φουρνί των Αρχανών
βρήκαν μέσα σε άωτο κύπελλο απανθρακωμένα κουκούτσια ελιάς, δίπλα σε πιθάρι
που πιθανόν χρησίμευε για την αποθήκευση αγροτικών προϊόντων. Σε άλλα δυο
δοχεία υπήρχαν απανθρακωμένα σύκα και λαθούρια και διάσπαρτα σε κοντινή
απόσταση ροβίθια και κουκιά, επίσης απανθρακωμένα. Οι λύχνοι που βρίσκονται
στις κρητικές ανασκαφές μαρτυρούν την πρώιμη χρήση του ελαιόλαδου για
φωτισμό. Τέτοιους λύχνους, για παράδειγμα, βρήκε στο Χαμαίζι Σητείας ο Στ.
Ξανθουδίδης, στις αρχές του αιώνα.
Στην τελευταία φάση του μινωικού πολιτισμού (1560-1050 π.Χ.) η παρουσία
της ελιάς και του ελαιοκάρπου γίνεται ακόμη πιο έντονη.
Η ανασκαφή του Κομμού, ενός παραλιακού οικισμού στη νότια Κρήτη (κοντά στα
Μάταλα), έχει αποδώσει σημαντικά ευρήματα, πολυάριθμα οργανικά κατάλοιπα
ελιάς (κυρίως πυρήνες αλλά και ξύλα), που καλύπτουν μεγάλο μήκος χρόνου και
αποδεικνύουν τη συνεχή χρήση του ελαιοκάρπου και του ξύλου ελιάς από την
Παλαιοανακτορική έως και την Νεοανακτορική περίοδο.
Αρκετοί καρποί ελιάς που αναγνωρίζονται στις ανασκαφές προέρχονται από
ήμερα ελαιόδεντρα. Εκτός από τις Αρχάνες κουκούτσια ελιάς μέσα σε αγγεία
βρέθηκαν ακόμη στην Κνωσό και στη Ζάκρο. Στην περίπτωση μάλιστα της Ζάκρου
οι ελιές, που βρέθηκαν σε δεξαμενή νερού, διέσωζαν ακόμη τη σάρκα τους, χάρη
στις ευνοϊκές συνθήκες διατήρησης. Στο τελευταίο παράδειγμα ο ανασκαφέας
Πλάτων διέβλεψε μια τελετουργική προσφορά για τον εξευμενισμό χθόνιων
θεοτήτων λίγο πριν τη σεισμική θεομηνία που σάρωσε σε ερείπια το ανάκτορο.
Περιεχόμενα
Οι μαρτυρίες της Γραμμικής Β
Για την εκμετάλλευση της ελιάς σημαντικότατες είναι και οι γραπτές
μαρτυρίες που αποκρυπτογραφούνται στις πινακίδες της Γραμμικής Β που
ανακαλύφθηκαν στην Κνωσό, την Πύλο και τις Μυκήνες. Από αυτές αντλούμε
σημαντικές πληροφορίες για τη χρήση του ελαιόλαδου στην καθημερινή ζωή, τις
θρησκευτικές τελετές, τις εμπορικές δραστηριότητες, τις βιοτεχνικές ασχολίες
(αρωματοποιία, βυρσοδεψία, υφαντική, κ.λπ.).
Το ιδεόγραμμα του ελαιοδέντρου συναντάται στις πινακίδες της Γραμμικής Α
Γραφής. Το ίδιο ιδεόγραμμα επιβιώνει και μετά την καταστροφή του μινωικού
πολιτισμού και το συναντάμε στις μυκηναϊκές πινακίδες της Γραμμικής Β. Στις
πινακίδες της Γραμμικής Β για πρώτη φορά γίνεται σαφής διαχωρισμός μεταξύ
του δέντρου της ελιάς, του ελαιόλαδου και του καρπού, ο οποίος και
αποδίδεται με τη μορφή ενός άνθους με τρία πέταλα. Για το λόγο αυτό
χρησιμοποιήθηκαν από τους γραφείς της εποχής τρία διαφορετικά ιδεογράμματα.
Οι Μυκηναίοι Έλληνες συνήθιζαν να προσφέρουν ελαιόλαδο, απλό ή
αρωματισμένο, στους θεούς τους. Επίσης χρησιμοποιούσαν το ελαιόλαδο στην
καθημερινή διατροφή τους. Στην πινακίδα Un 138 που βρέθηκε στο ανάκτορο της
Πύλου διαβάζουμε δίπλα στο ιδεόγραμμα της ελιάς τη λέξη φοβρή- φοβράς,
δηλαδή ελιές βρώσιμες, προορισμένες για φαγητό.
Από μια ομάδα πινακίδων που βρέθηκαν στην Κνωσό πληροφορούμαστε τι ποσότητες
ελαιοκάρπου αποδίδονται στο ανάκτορο (81.261 λίτρα) από τη συγκομιδή
διαφόρων περιοχών, εκ των οποίων δύο εντοπίζονται στην πεδιάδα της Μεσαράς,
Φαιστός και Dawo. Με βάση τις ποσότητες αυτές έγινε απόπειρα να υπολογιστεί
όχι μόνο το ύψος της ελαιοπαραγωγής αλλά και ο αριθμός των ελαιοδέντρων (τουλάχιστον
3.315 ρίζες) που θα αντιπροσώπευε ένα μόνο μέρος των ανακτορικών ελαιώνων.
Σε άλλες πινακίδες το λάδι καταχωρίζεται μαζί με άλλα προϊόντα, όπως τα
σύκα, το μέλι, το κρασί ενώ σε κάποιες άλλες αναφέρονται αποστολές
ελαιολάδου σε ιερά (προς Δίκτη ή προς Αμνισό) σε θεότητες ή σε πρόσωπα του
ιερατείου για λατρευτικούς σκοπούς.
Πινακίδες της Κνωσού και της Πύλου μας διασώζουν την ιδιαίτερη ονομασία του
αγγείου που χρησιμοποιούνταν, όπως φαίνεται, για τη διακίνηση λαδιού και το
οποίο σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, θα πρέπει να ταυτισθεί με τον αμφορέα,
γνωστού στην αρχαιολογική ορολογία ως ψευδόστομου.
Σύμφωνα, τέλος, με την ερμηνεία που δίνουν οι μελετητές Τσάντγουικ και
Μελένα, τα συλλαβογράμματα Α και Τ1, τα οποία συνοδεύουν το ιδεόγραμμα του
ελαιοκάρπου, προσδιορίζουν τα δυο είδη της ελιάς, την «άγρια» και την «τιθασή»
(ήμερη). Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι Κρήτες εκμεταλλεύονταν
συγχρόνως και την άγρια ποικιλία ελιάς και την ήμερη. Προφανώς γινόταν
ταυτόχρονη εξαγωγή και χρήση του προϊόντος για διαφορετικούς σκοπούς. Το
λάδι της άγριας ελιάς θεωρούνταν ιδανικό για την παρασκευή φαρμακευτικών
καταπλασμάτων και αρωματικών αλοιφών και όχι για διατροφική χρήση.
Περιεχόμενα
Μινωική τέχνη και ελιά
Η φύση στη μινωική τέχνη εγκωμιάζεται, εξυμνείται. Η απεικόνιση του φυσικού
περιβάλλοντος και του τοπίου, περιβεβλημένη από την απαιτούμενο θρησκευτικό
συμβολισμό έχει μεταφερθεί στους εσωτερικούς χώρους των ανακτόρων. Από τις
διάφορες καθημερινές δραστηριότητες (κυνήγι, εμπορικές συναλλαγές, αθλήματα,
κοινωνικές συνάξεις) ή λατρευτικές τελετές (προσφορές σε ιερά δάση και ιερά
κορυφών) δεν απουσιάζει και η ελιά.
Η εμμονή στην τόσο συχνή και πιστή συχνά αναπαράσταση φύλλων, κλαδιών και
δέντρων ελιάς μπορεί να στηριχθεί σε δυο υποθέσεις: ή ότι οι καλλιτέχνες
θέλησαν να αποδώσουν πιστά τη χλωρίδα του κρητικού τοπίου, η οποία εκείνη
την εποχή φαίνεται πως κατακλυζόταν από ελαιόδεντρα, ή ότι αυτό καθαυτό το
ελαιόδεντρο λόγω της ανθεκτικότητας και μακροβιότητας αλλά και της
ωφελιμότητάς του αντιμετωπίστηκε ως «μέγιστο αγαθό», με αποτέλεσμα να γίνει
αντικείμενο συμβολισμού, γεγονός που με τη σειρά του είχε ως συνέπεια τη
λατρευτική του ένταξη σε θρησκευτικά τελετουργικά.
Ήδη στην τρίτη π.Χ. χιλιετία φαίνεται πως οι άνθρωποι κατασκεύαζαν χρυσά
περίαπτα σε σχήμα φύλλων ελιάς, τα οποία βρέθηκαν σε τάφους στο Μόχλο
Σητείας. Εντυπωσιακό είναι ακόμη το κλαδί της ελιάς που βλέπουμε στην κόμη
της κροκοσυλλέκτριας στην τοιχογραφία που βρέθηκε στο Ακρωτήρι της Θήρας.
Πιστεύεται ότι ο ρόλος του κλάδου στην τοιχογραφία είναι τελετουργικός.
Σε ολόκληρο τον αρχαίο κόσμο τα σημαντικά δέντρα «απομονώθηκαν» και
αντιμετωπίστηκαν ως ξεχωριστά αντικείμενα λατρείας (δεντρολατρεία). Γι αυτό
είναι πολύ συχνή η απεικόνιση ιερών αλσών ή δασών από ελιές, πλατάνια και
δρυς. Ένα τέτοιο έξοχο πρώιμο Νεοανακτορικό δείγμα είναι η απεικόνιση ενός
ελαιώνα στη μικρογραφική τοιχογραφία του «Ιερού Άλσους», το οποίο
ανακαλύφθηκε στην Κνωσό. Στη σύνθεση αυτή γύρω από χοντρούς κορμούς
βρίσκεται συγκεντρωμένο πλήθος ανθρώπων με τα χέρια στραμμένα στον ουρανό. Η
όλη παράσταση μας κάνει να συμπεράνουμε πως πρόκειται για κάποια εορταστική
τελετή σε ανακτορικό ιερό άλσος.
Περιεχόμενα
Στα ομηρικά χρόνια
Στα ομηρικά χρόνια η ελιά φαίνεται να είχε το δικό της ξεχωριστό ρόλο
στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Στους κήπους του Αλκίνοου, του βασιλιά των
Φαιάκων, υπήρχαν ελιές μαζί με άλλα δέντρα με βρώσιμους καρπούς. Ο ποιητής
κάνει σαφή διαχωρισμό μεταξύ της άγριας ελιάς που ονομάζει «φυλίη» και της
ήμερης «ελαίη». Παρουσιάζει μάλιστα τον Οδυσσέα ναυαγό να σέρνεται γυμνός
σαν σκουλήκι στη γη των Φαιάκων μέχρι που βρήκε καταφύγιο σ’ ένα δάσος όπου
φύονταν μαζί άγριες και ήμερες ελιές. Ακόμη και η θεά Αθηνά εμφανίζεται να
παρηγορεί τον Οδυσσέα κάτω από το ιερό της δέντρο.
Στην Οδύσσεια επίσης αναφέρεται ότι στο σπίτι του Οδυσσέα, ανάμεσα στις
μεγάλες ποσότητες χρυσού και ορείχαλκου, ήταν αποθηκευμένο άφθονο μυρωμένο
ελαιόλαδο.
Φυσικά η κύρια χρήση του ελαιόλαδου, στον Όμηρο, ήταν κυρίως καλλωπιστική
και τελετουργική.
Η Αφροδίτη αλείφει καθημερινά με ελαιόλαδο αρωματισμένο με ρόδα το νεκρό
Έκτορα, που το σώμα του είχε κακοποιηθεί όταν ο Αχιλλέας το έσερνε πίσω από
το άρμα του, ενώ εκλεκτής ποιότητας ελαιόλαδο μαζί με μέλι και κρασί
προσφέρονται ως χοές στους νεκρούς.
Ο ίδιος ο Δίας όταν είδε πως δεν κατάφερε να σώσει από το θάνατο
τον αγαπημένο του γιο, Σαρπηδόνα, (η μυθολογία τον αναφέρει ως αδερφό του
Μίνωα και του Ραδάμανθυ), διέταξε τον Απόλλωνα να πάρει από τη φωτιά της
μάχης το άψυχο σώμα του και να το φροντίσει:
«…πάρε μακριά και λούσε τον στου ποταμού το ρέμα
μετά και λάδι αθάνατο πιάσε λαδάλειψέ τον,
με ρούχα θεϊκά γύρου βάλε και τυλιξέ τον,
και τα γοργά τα δίδυμα τα αδέρφια συνοδεία,
στον Ύπνο και τον Θάνατο, δώσ’ τον για τη Λυκία…»
Στην Ιλιάδα ο Αχιλλέας περιποιείται το τρίχωμα και τη χαίτη των αλόγων με
ελαιόλαδο. Αλλά και στην περιποίηση των γυναικείων μαλλιών, συνηθιζόταν η
χρήση ελαιόλαδου. Στην Οδύσσεια αναφέρεται επίσης ότι οι γυναίκες άλειφαν με
λάδι και τους χιτώνες τους, πράγμα που επιβεβαιώνει και ο Πλούταρχος (Βίος
Αλεξάνδρου 36), ο οποίος υποστηρίζει ότι το ελαιόλαδο δίνει λάμψη στα λεύκα
ρούχα.
Τέλος συνηθέστατη ήταν και η χρήση του ελαιόλαδου και στην καθαριότητα
του σώματος, όπως αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα: ο Οδυσσέας και ο Διομήδης
πλένονται με ζεστό νερό και αμέσως μετά αλείφονται με ελαιόλαδο.
Περιεχόμενα